(leftad)
|
:
Φαντάκης Μανώλης
(Φαντομανώλης)
Ο
Μανώλης Φαντάκης (Φαντομανώλης) γεννήθηκε το 1877 στα Κοτσιανά
Κισσάμου του νομού Χανίων. Η καταγωγή της οικογενείας του
ήταν από τους Κομιτάδες Σφακίων. Από μικρός έδειξε την κλίση
του στη μουσική και σε νεαρή ηλικία τον βρίσκουμε να μαθητεύει
δίπλα στον κοντοχωριανό του βιολάτορα Ανδρέα Μαριάνο, πατέρα
του μεγάλου Γιώργη Μαριάνου. Βέβαια ο μαθητής ξεπέρασε στην
τέχνη τον δάσκαλο. Έπαιζε σχεδόν στα πατήματα του Γιώργη Μαριάνου,
με ρυθμό και σταθερότητα, λέγεται δέ πώς ήταν καλλίφωνος.
Προτιμούσε τα παλιά κισσαμίτικα συρτά και τα απέδιδε πάνω
στο βιολί του με μοναδική δεξιοτεχνία. Συνεργάστηκε με μεγάλους
λαγουτιέρηδες της εποχής του όπως ο Ανδρέας Κουτσουρέλης,
ο Μπερτομανώλης, ο Βαρδής Γιωργακάκης κ.α. Θεωρείται δέ από
τους πλέον εμφανίσημους μουσικούς της εποχής του, πάντα με
γυαλισμένα στιβάνια, τσόχινη φορεσιά, ασημομάχαιρο και καδένα.
Με το βιολί του γύρισε όλο τον νομό Χανίων και ακούγεται ότι
η φήμη του ξεπέρασε τα όρια του νομού, όπου λέγεται ότι έπαιξε
ακόμα και σε άλλους νομούς, πράγμα δύσκολο και σπάνιο για
ένα καλλιτέχνη εκείνης της εποχής.
Εκτός όμως από τη δεξιοτεχνία του πάνω στο βιολί, ο Μανώλης
Φαντάκης έχει να επιδείξει και ένα άριστο συνθετικό έργο.
Του αποδίδονται λοιπόν οι εξής σκοποί:
1. Κοτσιανός συρτός το
1912
2.
Συνέχεια Κοτσιανού το 1918
3.
Τοπολιανός συρτός το 1922
4. Αρμενοχωριανός του
Φαντή το 1925
Οι μελωδίες αυτές του Φαντομανώλη διακρίνονται από την λεπτομέρεια
και την πλουσιότητα των γυρισμάτων, παίζονται ακόμα και σήμερα
και ιδιαίτερα ο Κοτσιανός συρτός και ο Τοπολιανός και μάλιστα
με μεγάλη συχνότητα και έχουν ηογραφηθεί κατά καιρούς απο
πολλούς καλλιτέχνες, ελάχιστοι όμως είναι αυτοί που τους έχουν
αποδώσει σωστά τόσο την μελωδία τους, όσο και την πατρότητά
τους.
Ο Μανώλης Φαντάκης πέθανε το 1941. Μαρτυρικό πραγματικά το
τέλος του, οι Γερμανοί κατακτητές ξέσπασαν πάνω του, όπως
και σε κάθε γερο βρακοφόρο εκείνη την μαύρη περίοδο. Έξω από
τον Κλαδισσό ποταμό στα Χανιά καθώς βάδιζε, ένα γερμανικό
τζίπ τον παρέσυρε και τον σκότωσε. Άδικο τέλος για μια μεγάλη
φυσιογνωμία του κρητικού μουσικού στερεώματος.
|
|
|